Τι πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες περί μετενσάρκωσης?





Το ανήσυχο και διψασμένο για γνώση ανθρώπινο πνεύμα δεν αρκείται στην έρευνα και ανακάλυψη των νόμων που είναι βασικοί για την εξέλιξη και την εκτέλεση του προορισμού του πάνω στη Γη.
Με αγωνία ενδιαφέρεται να μάθει τι πρόκειται να συμβεί μετά θάνατον, τι θα γίνει η ψυχή του, θα επιζήσει η γήινη προσωπικότητά του, θα επανέλθει στη Γη για να εμψυχώσει ένα άλλο σώμα και πως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Οι αρχαίοι διανοητές εξετάζουν το φυσικό σώμα του ανθρώπου όχι ως κάτι ξεχωριστό, όπως κάνει η σύγχρονη επιστήμη (ανατομικά, βιολογικά, φυσιολογικά), αλλά πάντοτε σε σχέση με την ψυχή που εδρεύει σε αυτό. Χάρη στην ψυχή, το σώμα κινείται, λειτουργεί, ζει. Είναι απλά το όργανο που αυτή χρησιμοποιεί. Σώμα χωρίς ψυχή είναι αδιανόητο. Για τους Πυθαγόρειους και Πλατωνικούς η λέξη άνθρωπος σήμαινε κάτι πολύ περισσότερο από τον ορατό άνθρωπο και, στην κυριολεξία, με τον όρο αυτόν εννοούσαν αποκλειστικά τον άνθρωπο, ως το πνεύμα και την ψυχή την ενσαρκωμένη προσωρινά στο ανθρώπινο σώμα. «άνθρωπος εστί ψυχή σώματι χρωμένη» (Πλάτων, Τιμαίος 42 D, Φαίδων 111 Α).

Η ψυχή έλκει την καταγωγή της από το νοητικό πεδίο, για να εκδηλώσει την διαπλαστική και οργανική της ικανότητα. Κατέχει διάμεση θέση μεταξύ νοητού και αισθητού και έρχεται να εμψυχώσει τα σώματα, γεννώντας το χώρο και το χρόνο. Αποτελεί τμήμα της παγκόσμιας ψυχής του κόσμου η οποία μερίζεται σε ατομικές ψυχές, με σκοπό την απόκτηση της εμπειρίας του υλικού πεδίου.


Η ΣΠΕΙΡΑ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΣΗΣ

Το θέμα της μετενσάρκωσης απασχόλησε τον Πυθαγόρα και αποτέλεσε σπουδαίο έρεισμα για την ηθική και θρησκευτική του δοξασία. Επειδή, όμως, το πρόβλημα της επιβίωσης της ψυχής και της μελλοντικής της σταδιοδρομίας ανάγεται σε πνευματικές σφαίρες και προϋποθέτει πνευματική εξέλιξη, πρέπει να απασχολούσε μόνον τους μαθητές ανώτερου βαθμού, αυτούς που ήδη είχαν μυηθεί στην όλη κοσμοθεωρία και βιοθεωρία του μεγάλου φιλόσοφου. Επομένως, πρέπει να ήταν μυστική και να μην την κοινοποιούσαν στο λαό. Το σημαντικό όμως αυτό θέμα, αναπτυσσόταν ασφαλώς τόσο στους «ακροαματικούς» όσο και στους ανώτερους μυητικούς βαθμούς. Κι όπως είναι φυσικό, στους πρώτους από εξωτερικής πλευράς, ενώ στους άλλους από εσωτερικής.

Η εξωτερική διδασκαλία για τη μετεμψύχωση, που απέβλεπε στην ηθική προετοιμασία και επιλογή των ικανών καθώς και στην παρηγορητική ικανοποίηση των αδαών, διαδόθηκε ευρύτατα και διασώθηκαν αρκετά στοιχεία για το θέμα. Όπως είναι φυσικό, οι πληροφορίες αυτές υπέστησαν πολλές παραποιήσεις εκ μέρους των αμύητων και ως αποτέλεσμα, το όλο ζήτημα με την πάροδο των χρόνων πήρε την απλοϊκή γνωστή του μορφή. Έτσι, κατέληξαν οι μεταγενέστεροι να αποδώσουν στον Πυθαγορισμό ποικίλα απλοϊκά και παιδαριώδη μυθεύματα που αναφέρονται στο βίο του μύστη και στη διδασκαλία του.

Αντιθέτως, το θέμα της μετενσάρκωσης ήταν διαδεδομένο σε όλα τα στρώματα του λαού με μορφή εξωτερικών μύθων που περιλάμβαναν στοιχεία δεοντολογικά, όπως η τιμωρία μετά θάνατον, η κρίση των ψυχών κλπ. Στην πυθαγόρεια παράδοση, η ένωση της ψυχής με το σώμα θεωρείται πτώση, μια παρά φύση κατάσταση και η μετενσάρκωση θεωρείται η μόνη εξελικτική σπειροειδής διαδρομή κάθαρσης. Τη θεωρία της μετενσάρκωσης διδάχθηκε ο Πυθαγόρας από το δάσκαλό του Φερεκύδη τον Σύρο, ενώ πολλοί υποστηρίζουν ότι την αποκόμισε από τον Ορφισμό, στα μυστήρια του οποίου είχε μυηθεί.


ΠΤΩΣΗ Ή ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ;

Ο Πλάτωνας (Φαίδρος 245 C) κάνει λόγο για την αθανασία της ψυχής, λέγοντας ότι αυτή φέρει εξ αρχής φτερούγες οι οποίες, όσο διατηρούνται δυνατές, τη συγκρατούν στις υπερουράνιες περιοχές, ενώ όταν χάσει αυτή τη δύναμη, ενσαρκώνεται κατά πρώτον σε ανθρώπινα σώματα, για να μπορέσει να επιτύχει εκ νέου την άνοδό της, ενώ, αν δεν τα καταφέρει, είναι δυνατόν να «βυθιστεί» σε σώματα ζώων.

Υπογραμμίζει ότι η ψυχή ενός αληθινού φιλόσοφου ύστερα από 3.000 χρόνια μπορεί να αποκτήσει και πάλι τα φτερά της και να ξαναγυρίσει εκεί που ανήκει, ενώ για τις κοινές ψυχές απαιτείται διάστημα τουλάχιστον 10.000 χρόνων. Οι γεννήσεις σε ανθρώπινα ή και σε ζωικά σώματα είναι μάλλον το επακόλουθο μιας πτώσης ή υποβάθμισης από έναν ανώτερο κόσμο σε άλλον κατώτερο, με τη δυνατότητα, όμως να ανυψωθεί και πάλι προς την πηγή του Ανώτερου. Ο Πλάτωνας είναι γνωστό ότι θεωρούσε το σώμα τάφο της ψυχής και στον Κρατύλο συμπλέει με τη διδασκαλία του Ορφέα, ότι δηλαδή η ψυχή τιμωρείται μέσω της ένωσής της με το σώμα.

Ο μύθος της πτώσης των ψυχών από τον υπερκόσμιο ουρανό σε ένα υλικό σώμα αποτελεί την πρώτη άποψη της παλιάς αντίθεσης μεταξύ των φιλοσόφων, ενώ η άλλη υποστηρίζει την κάθοδο της ψυχής του ήδη. Η διαφορά των εννοιών είναι μέγιστη και αυτός που αναλαμβάνει να δώσει σαφείς και ακριβείς απαντήσεις στο ερώτημα «γιατί η ψυχή εγκαταλείπει την ευδαιμονία της και έρχεται να δοκιμαστεί ενσαρκωμένη στη Γη» είναι ο Πλωτίνος, ο καθαυτό ιδρυτής του Νεοπλατωνισμού ο οποίος απαντά στις Εννεάδες (IV 3,14) ότι, αν σε παρέμενε στο νοητό κόσμο η ψυχή, θα διατελούσε σε αδράνεια, χωρίς να μπορεί να προσφέρει τίποτα στην καθολική εξέλιξη, αλλά ούτε και η ίδια θα εμπλουτιζόταν με την πείρα που της είναι αναγκαία για να δράσει. Μέσα από τις δοκιμασίες πάνω στη Γη κινητοποιεί και δραστηριοποιεί τις υπάρχουσες γνώσεις της, εφαρμόζει τις άπειρες δυνατότητες της και επανέρχεται πιο ισχυρή και τελειότερη από όσο ήταν πριν κατέλθει.


Ο ίδιος συνεχίζει, υποστηρίζοντας ότι, ακόμα κι αν η κάθοδος της ψυχής σε ένα σώμα θεωρηθεί αναγκαιότητα της παγκόσμιας οργάνωσης ή λειτούργημα και όχι τιμωρία, δεν παύει να είναι για την ψυχή μια μεγάλη δοκιμασία από την οποία αυτή πρέπει να βγει νικήτρια. Εξαρτάται, λοιπόν, από την ενσαρκωμένη ψυχή αν η δοκιμασία της θα είναι ωφέλιμη και αποδοτική για την εξέλιξή της.



Ο Πλωτίνος παρατηρεί ότι όλες οι ψυχές δεν συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο στη δοκιμασία της ενσάρκωσης. Μερικές υποκύπτουν στο κακό και στην αδικία. Η ψυχή που βάρυνε λόγω των σωματικών δεσμεύσεων δεν μπορεί να επανέλθει μετά το θάνατο στο νοητό κόσμο. Θα ενσαρκωθεί σε άλλο σώμα ανθρώπου η ζώου, σύμφωνα με τις προδιαθέσεις που απέκτησε κατά τη διάρκεια ζωής της. Έτσι, η τιμωρία των μοχθηρών και η ανταμοιβή των καλών υφίσταται μέσα στην αιώνια τάξη του κόσμου.

Ο Ολυμπιόδωρος (σχόλια Φαίδωνα του Πλάτωνα) περιγράφει την κάθοδο της ψυχής με θαυμαστό τρόπο: «Η ψυχή κορικώς κατέρχεται (σ.σ. με τον τρόπο της Περσεφόνης) σε γένεση, (σ.σ. Κόρη είναι το όνομα της Περσεφόνης), μερίζεται όμως από τη γένεση Διονυσιακώς, τοποθετείται στο σώμα Προμηθεϊκώς, άρα απελευθερώνεται από τα δεσμά της με τη χρησιμοποίηση της δύναμης του Ηρακλέους, επανασυναρμολογείται σε σύνολο με τη βοήθεια του Απόλλωνος και της Σωτήρος Αθηνάς και εξαγνίζεται με τη φιλοσοφική πειθαρχία».

Η σοφία των αρχαίων έκρυβε πίσω από τους μύθους του Ηρακλή, του Οδυσσέα και άλλων που κατέβηκαν στον ήδη και γρήγορα επέστρεψαν από αυτόν την απελευθέρωση από τη δουλεία της ενσάρκωσης, μέσω της εξαγνιστικής πειθαρχίας. Ο Πρόκλιος αναφέρει ότι ο Ηρακλής, εξαγνισμένος με ιερές μυήσεις, πήρε θέση ανάμεσα στους θεούς. Είναι γνωστή η τρομερή κατάσταση της ψυχής του όσο διάστημα ήταν αιχμάλωτος της σωματικής του φύσης.

Ο Πίνδαρος σε ένα απόσπασμα ενός ποιήματος που αναφέρει το διάλογο του Πλάτωνα Μένων αναφέρει η Περσεφόνη στέλνει τις ψυχές που δέχθηκε στα βασίλεια του ’δη για κάθαρση, ύστερα από εννέα χρόνια στον πάνω κόσμο. Και ότι από τις ψυχές αυτές προέρχονται μεγαλοφυείς βασιλιάδες και δυνατοί άνδρες τόσο σε δύναμη όσο και σε σοφία.

Ο Εμπεδοκλής ασχολείται με τη θεωρία της περιπλάνησης των ψυχών σε μια σειρά από διασωθέντα αποσπάσματα (Diels, Προσωκρατικοί). Στο απόσπασμα Β 115 λέει ότι, εάν μια ψυχή κηλιδωθεί από πράξη φόνου, επιορκίας ή άλλου εγκλήματος, «ντύνεται» τη μορφή θνητού και περιφέρεται μακριά από την χώρα των Μακάρων και παραδίνεται από το ένα στοιχείο στο άλλο. «Ένας εξ αυτών είμαι κι εγώ, ένας από τους θεούς εξόριστος και περιπλανώμενος, διότι ακολούθησα τις προτροπές της Διχόνοιας», ομολογεί ο ίδιος ο Εμπεδοκλής. Στο απόσπασμα Β 117 ισχυρίζεται ότι υπήρξε νεανίας, κόρη, θάμνος, πτηνό κι άφωνο ψάρι.



Η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ «ΘΕΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ»

Η θεωρία της μετενσάρκωσης παραδέχεται τόσο την πτώση της ψυχής σε ζωικά σώματα ένεκα τιμωρίας όσο και την αναγωγή των αξιών σε σώματα ηρώων, αντίθετα με τη σύγχρονη θεωρία της μετενσάρκωσης που θεωρεί τη γραμμική εξέλιξη των ψυχών μέσω της βελτίωσης από τις προοδευτικές ενσαρκώσεις στη Γη.

Ο Πορφύριος, από τους σημαντικότερους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους, αρνείται σε δυο σημεία την πλατωνική θέση, λέγοντας ότι η ανθρώπινη ψυχή δεν μπορεί να τεθεί σε σώμα ζώου, όπως και ότι η ανθρώπινη ψυχή «άπαξ καθαρθείσα», δεν επανέρχεται πλέον σε σώμα ανθρώπου, αλλά ακολουθεί το πεπρωμένο της που είναι η αποθέωση, δηλαδή η εγκατάστασή της σε Μακάρια Πεδία.

Εξαίρεση αποτελούν οι ψυχές των ηρώων που επανέρχονται οικιοθελώς στη Γη και ενσαρκώνονται, για να καθοδηγήσουν τους ανθρώπους. Τέτοια περίπτωση θεωρεί τον Πυθαγόρα που ενσαρκώθηκε με σκοπό να μεταλαμπαδεύσει την πείρα του στην ανθρωπότητα. Το γεγονός ότι ο Πυθαγόρας μυήθηκε στα διάφορα Μυστήρια δεν αλλάζει την κατάσταση, γιατί έπρεπε να «αναμνηστεί» την αλήθεια που «εν σπέρματι» κατείχε και να προσαρμοστεί στο χώρο και στο χρόνο που γεννήθηκε.

Ο Ιεροκλής στο υπόμνημά του Χρυσά Έπη του Πυθαγόρα (στ. 55) σχολιάζοντας το στίχο «Ούτε τα ανέλπιστα να ελπίζεις ούτε και τίποτα να σου διαφεύγει εκ των όντων», καταφέρεται σαφώς εναντίον της πλάνης εκείνων που ερμηνεύσουν κατά γράμμα την πυθαγόρεια και πλατωνική διδασκαλία για τη μετεμψύχωση:

«Εάν κάποιος περιμένει μετά το σωματικό του θάνατο να ντυθεί η ψυχή του το σώμα ενός άλογου ζώου, λόγω των ατελειών του ή φυτού, λόγω της αδράνειας των αισθημάτων του και ο ίδιος, παίρνοντας δρόμο αντίθετο από εκείνους που μεταβάλουν την ουσία του ανθρώπου σε ανώτερο ον, πιστεύει σε ανέλπιστες αξίες, κατακρημνίζοντας την ψυχή του σε μια κατώτερη ουσία, απατάται και αγνοεί τελείως το είδος της ψυχής η οποία ουδέποτε μπορεί να αλλάξει».

Ισχυρίζεται ότι η θεωρία της μετεμψύχωσης δεν είναι παρά μια εικόνα, μια αλληγορία, για να μας διδάξει ότι ο άνθρωπος γίνεται όμοιος με τα ζώα ένεκα των ελαττωμάτων του ή θεός ένεκα της αρετής του.

Για τη μετά θάνατον του σώματος αθανασία της ψυχής πολλά ειπώθηκαν κατά τη διάρκεια των αιώνων από τα διάφορα φιλοσοφικά κινήματα (Παράδεισος και Κόλαση, Τάρταρα, Ηλύσια πεδία κλπ). Όλα αυτά όμως είναι αλληγορίες και υποθέσεις τις οποίες οι εκάστοτε διανοητές συνέλαβαν και διατύπωσαν μυθολογικά και των οποίων η αληθοφάνεια δεν είναι δυνατό να αποδειχθεί διανοητικά ή με συλλογισμούς.

Εκείνο που πρέπει ο άνθρωπος να αντιληφθεί και να παραδεχθεί είναι ότι οι νόμοι που διέπουν τη μεταθανάτια ζωή είναι ανώτεροι της ανθρώπινης διάνοιας, είναι αδέκαστοι, αλλά συγχρόνως δίκαιοι και είναι αδύνατον να αστοχήσουν ή να παραπλανηθούν.

Ο Ιεροκλής διακηρύσσει: «Ευσεβής είναι εκείνος που κατέχει τη Θεία Επιστήμη και προσφέρει εις το Θείον ως άριστη τιμή τη δική του τελείωση. Κάθε άνθρωπος, προσπαθώντας κατά άλλον τρόπο να τιμήσει το Θείον και μη προσφέροντας ως θυσία τον ίδιο τον εαυτό του, γινόμενος παρανάλωμα εξωτερικής ευπορίας, εκτελεί πράξη άχρηστη και μάταιη».


"Η νέα ζωή δεν αρχίζει να αναπτύσσεται εκεί ακριβώς που είχε σταματήσει. Δεν επαναλαμβάνει και δεν συνεχίζει μόνον την προηγούμενη επιφανειακή προσωπικότητα και την εξωτερική εμφάνισή μας. Διαδραματίζεται μια αφομοίωση, μια αποβολή, μια ενδυνάμωση και μια αλλαγή των παλιών χαρακτηριστικών και κινήτρων, μια ανακατάταξη της προηγούμενης εξέλιξης και μια επιλογή μελλοντικών στόχων, χωρίς να καρποφορήσει και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εξέλιξης. Γιατί κάθε γέννηση είναι μια καινούρια αρχή η οποία, αν και στηρίζεται στο παρελθόν, δεν αποτελεί τη μηχανική του προέκταση. Η αναγέννηση δεν είναι μια διαρκής επανάληψη, αλλά μια διαδικασία, το μηχανικό μέρος μιας εξελικτικής διαδικασίας." Σρι Ορομπίντο

"Απλώς και μόνον το γεγονός ότι οι άνθρωποι μιλούν για αναγέννηση και ότι μια τέτοια ιδέα υφίσταται, σημαίνει ότι ένα απόθεμα ψυχικών εμπειριών που σχετίζονται με αυτόν τον όρο θα πρέπει πράγματι να υπάρχει. Η αναγέννηση είναι μια επιβεβαίωση που θα πρέπει να περιλαμβάνεται ανάμεσα στις πιο βασικές για την ανθρωπότητα."

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:



πηγές:
afipnisi.org