Συγκλονιστικές θεάσεις τεράστιων θαλάσσιων ερπετών






Πολλοί ναυτικοί ισχυρίστηκαν κατά καιρούς ότι αντίκρυσαν, πλέοντας στους ωκεανούς, σε διάφορα μήκη και πλάτη της υδρογείου, τεράστια θαλάσσια ερπετά, αληθινά άγνωστα τέρατα της Αποκάλυψης και κατέγραψαν τη συνάντησή τους αυτή στα ημερολόγια των πλοίων τους.

Υπάρχουν, όμως, πράγματι, τέτοια τέρατα ή απλώς οι κυβερνήτες, το πλήρωμα κι αυτοί ακόμα οι επιβάτες, που βεβαίωναν ότι τα είδαν με τα μάτια τους, έπεσαν θύματα παραίσθησης και οπτικής απάτης;

Επί του προκειμένου, οι γνώμες των φυσιοδιφών ήταν διηρημένες. Οι περισσότεροι παραδέχονταν την ύπαρξή τους, πολλοί, όμως, την αρνούνταν κατηγορηματικώς.

Το 1930, ο διακεκριμένος Πλοίαρχος του Αγγλικού Πολεμικού Ναυτικού, Rupert Gould, εξέδωσε ένα βιβλίο επί του θέματος, υποστηρίζοντας την άποψη της βεβαιωμένης ύπαρξης των άγνωστων αυτών θαλάσσιων τεράτων, παραθέτοντας πολύ ισχυρά επιχειρήματα, ώστε ένας από τους πιο διάσημους φυσιοδίφες της εποχής ανέφερε: «Προτού διαβάσω τη μελέτη του Rupert Gould, ήμουν πεπεισμένος ότι δεν υπήρχαν θαλάσσια τέρατα. Τώρα που τη διάβασα, όμως, έχω αλλάξει γνώμη»

Μια από τις πρώτες εμφανίσεις θαλάσσιου ερπετού χρονολογείται από τον Ιούλιο του 1734 και καταγράφηκε με τον εξής τρόπο από τον Δανονορβηγό Λουθηρανό ιεραπόστολο Hans Egede.

«Την 6η Ιουλίου του σωτήριου έτους 1734, ενώ πλέαμε στα ανοιχτά της Γροιλανδίας, εμφανίστηκε αιφνιδίως ένα φοβερό θαλάσσιο τέρας, του οποίου η κεφαλή, όταν πρόβαλε έξω από το νερό, έφτασε ψηλότερα από τα άλμπουρα του πλοίου μας. Είχε μακρότατο λαιμό και ξεφυσούσε σαν φάλαινα. Τα μεγάλα πτερύγιά του, που έμοιαζαν με φτερά δράκου, ανατάρασσαν αγρίως τη θάλασσα. Το σώμα του καλυπτόταν από φολίδες και όταν ξαναβούτηξε, φάνηκε ολόκληρη η ουρά του, η οποία έμοιαζε με ουρά φιδιού. Το μήκος του τέρατος ήταν πολλαπλάσιο του μήκους του καραβιού μας. Η θέα του μας γέμισε με δέος και με πρωτόγνωρο τρόμο!»

Τα θαλάσσια ερπετά απασχόλησαν έκτοτε ζωηρότατα την κοινή γνώμη και κάθε φορά που γινόταν λόγος για νέα εμφάνιση ενός μυστηριώδους θαλάσσιου πλάσματος, η περιέργεια του κόσμου κορυφωνόταν.

Στις 6 Αυγούστου του 1843, ο Κυβερνήτης McQuhae και το πλήρωμα του αγγλικού πολεμικού πλοίου «Daedalus» ανέφεραν ότι συνάντησαν ένα παρόμοιο πελώριο θαλάσσιο ερπετό στην επιφάνεια των ταραγμένων υδάτων μεταξύ του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας και της νήσου Αγίας Ελένης. Το τέρας αυτό είχε κεφαλή γιγαντιαίων διαστάσεων, εξαιρετικά μακρύ λαιμό και μαυριδερό οφιοειδές σώμα ανυπολόγιστου μήκους! Ο Κυβερνήτης McQuhae υπέβαλε τη σχετική έκθεση στο αγγλικό Ναυαρχείο κι έτσι, η είδηση αυτή απασχόλησε επί μακρόν τον αγγλικό, αλλά και τον παγκόσμιο Τύπο.

Οι σοφοί επιστήμονες, αφού επιδόθηκαν σε μελέτες, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τέτοια τέρατα δεν υπάρχουν και ότι ο Καπετάνιος και το πλήρωμα του «Daedalus» έπεσαν θύματα οφθαλμαπάτης. Το κύρος των επιστημόνων ήταν τέτοιο, που ο μέχρι πρότινος «αξιοσέβαστος, γενναίος και ατρόμητος» McQuhae έχασε παντελώς το κύρος του και κατέστη καταγέλαστος στην κοινωνία.»

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1877, ο Κυβερνήτης της αγγλικής βασιλικής θαλαμηγού «Osborne» ανέφερε κι αυτός ότι αντίκρισε ένα ανάλογο θαλάσσιο ερπετό κοντά στις ακτές της Σικελίας, του οποίου, μάλιστα, σχεδίασε και το σκίτσο.

Το θαλάσσιο αυτό άγνωστο πλάσμα ήταν πραγματικά κολοσσιαίων διαστάσεων, ενώ το μήκος του ξεπερνούσε κατά πολύ το συνολικό μήκος ολόκληρης της θαλαμηγού. Έμοιαζε με στενόμακρο δράκο, του οποίου τα πολλαπλά μυτερά και τριγωνικά πτερύγια ξεχώριζαν πάνω από την επιφάνεια, ενώ από το κεφάλι του αναδύονταν δύο ίδια πτερύγια, μόνο που ήταν κυριολεκτικώς θεόρατα.

Η κοινή γνώμη εκ νέου θορυβήθηκε και διεξήχθησαν μακρές συζητήσεις και αντεγκλήσεις επί του θέματος, ώσπου πάλι οι σοφοί της εποχής κατέληξαν στο αυτό συμπέρασμα: ότι δηλαδή τέτοια πλάσματα είναι ανύπαρκτα και πηγάζουν από την ανεξάντλητη φαντασία των ναυτικών.

Μα, το 1893, ο Κυβερνήτης Cringle του αγγλικού ατμόπλοιου «Umfuli» ανακοίνωσε ότι είδε κι αυτός με τη σειρά του ένα τεράστιο θαλάσσιο ερπετό στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Κυβερνήτης είχε καταγράψει στο ημερολόγιο του πλοίου του τα εξής:

«Την 6η απογευματινή ώρα, καθώς πλέαμε με θάλασσα εντελώς γαλήνια και μηδενικούς σχεδόν ανέμους, είδα να προβάλλει προς τα δεξιά μας, σε απόσταση περίπου επτακοσίων γυαρδών, μια τερατώδης κεφαλή φιδιού. Το πλάσμα κολυμπούσε στην επιφάνεια. Το μέρος του λαιμού του, που εξείχε από την επιφάνεια, είχε μήκος περίπου δέκα γυάρδες και πάχος ανθρώπινου σώματος, ενώ το κεφάλι του είχε διαστάσεις κεφαλής ιπποπόταμου!

Με το τηλεσκόπιο μπορέσαμε να διακρίνουμε καθαρότατα τα χαρακτηριστικά του θαλάσσιου τέρατος. Είχε μάτια μεγάλα και κιτρινωπά και το δέρμα του ήταν φολιδωτό. Η κεφαλή του είχε σχήμα τριγώνου, όπως δηλαδή του βόα και του πύθωνα.

Μερικοί από τους Αξιωματικούς μου πρότειναν να το πυροβολήσουμε. Όμως, φοβήθηκα μήπως το μυστηριώδες πλάσμα καταδυθεί απότομα και επειδή ήθελα να διακρίνω το ακριβές σχήμα του, διέταξα μεταβολή και ξεκινήσαμε να το καταδιώκουμε. Μα, το τεράστιο ερπετό κινούνταν με συγκλονιστική ταχύτητα κι έτσι, δεν κατέστη δυνατό να το προλάβουμε. Όταν πια ο ήλιος έδυσε, παραιτηθήκαμε της προσπάθειας».

Το 1906, η θαλαμηγός «Valhalla» του πολυσχιδούς Λόρδου Crawford, εκτελώντας ταξίδι ωκεανογραφικών ερευνών, συνάντησε κοντά στα παράλια της Βραζιλίας ένα άγνωστο τέρας απίθανων διαστάσεων να κολυμπάει ήρεμα. Είχε μαύρη οφιοειδή κεφαλή, μεγέθους ενήλικου βοδιού, με λευκές ραβδώσεις ανάμεσα στα ρουθούνια και έφερε ένα πελώριο ραχιαίο πτερύγιο. Οι επιστήμονες, οι οποίοι επέβαιναν στο ερευνητικό σκάφος, το περιεργάστηκαν επισταμένως με τα τηλεσκόπια που διέθεταν και διαπίστωσαν κατάπληκτοι ότι μόνο το τμήμα του σώματός του, που ήταν ορατό πάνω από την επιφάνεια των υδάτων, θα έπρεπε να είχε μήκος τουλάχιστον τριάντα μέτρων!

Κατόπιν, τρομαγμένοι από τις απότομες κινήσεις του, άνοιξαν πυρ εναντίον του με ένα μικρό πυροβόλο. Η πέμπτη οβίδα έπληξε το θαλάσσιο ερπετό και αυτό, αφού ανατάραξε τη θάλασσα με δύναμη κυκλώνα, εξαφανίστηκε καταδυόμενο.

Η έκθεση των επιστημόνων της ωκεανογραφικής αποστολής της θαλαμηγού «Valhalla» κατακεραύνωσε και αποστόμωσε όλους τους σοφούς σκεπτικιστές, οι οποίοι, τότε, αναγκάστηκαν να παραδεχθούν την ύπαρξη των μυστηριωδών θαλάσσιων τεράτων των βυθών, ανεξαρτήτως εάν αυτά ήταν ερπετά ή κάτι άλλο.

Μια ακόμη θέαση θαλάσσιου ερπετού συνέβη το 1917 από το αγγλικό καταδρομικό πλοίο «Hilary», λίγο πριν καταβυθιστεί από γερμανικό υποβρύχιο. Τα χαρακτηριστικά του τέρατος εκείνου, όπως τα περιέγραψε ο Κυβερνήτης του, ήταν πανομοιότυπα με το θαλάσσιο ερπετό, που είχε σχολαστικά παρατηρήσει η ωκεανογραφική αποστολή του «Valhalla».

Πάντως, ο Πλοίαρχος του Αγγλικού Πολεμικού Ναυτικού, Rupert Gould, στο βιβλίο, το οποίο είχε εκδώσει το 1930, πιθανολογούσε ότι τα θαλάσσια αυτά τέρατα θα έπρεπε να ήταν Πλησιόσαυροι της Δευτερογενούς Περιόδου, το γένος των οποίων εξακολουθεί να διατηρείται ακόμη, σε μικρό μάλλον αριθμό, στα αχανή βάθη των ωκεανών.

Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ», στις 08/10/1932


πηγή: